Ψυχολόγος - Ψυχοθεραπεύτρια

Οικογενειακή θεραπεύτρια εξειδικευμένη σε θέματα σεξουαλικής υγείας

Newsletter

Εγγραφείτε στην λίστα συνδρομητών μας για να λαμβάνετε άμεσες ενημερώσεις σχετικά με τις δραστηριότητες μας!
  • An Image Slideshow
  • An Image Slideshow
  • An Image Slideshow
Η Αφήγηση ως Εργαλείο στην Ψυχοθεραπευτική Διεργασία

της Άννας Πετράκη ψυχολόγου ψυχοθεραπεύτριας,οικογενειακής θεραπεύτριας εξειδικευμένης σε θέματα σεξουαλικής υγείας

 

Παρόλο που ο άμεσος στόχος της ψυχοθεραπείας είναι να απαλείψει το σύμπτωμα, πίσω από αυτό κρύβονται πιο φιλόδοξες προσδοκίες όπως το να βοηθηθεί ο άνθρωπος να ευδοκιμήσει, να αναπτυχθεί και να αποκτήσει μια λειτουργική και ευτυχισμένη ζωή.

Αυτό μπορεί να ειδωθεί και μέσα από τη βελτίωση και εξέλιξη των δυνατών και θετικών στοιχείων του εαυτού, π.χ. ένας πιο σίγουρος εαυτός, πιο αυτόνομος, ένας εαυτός με μεγαλύτερη ικανότητα για κοντινότητα και εμπιστοσύνη στις σχέσεις.Σε αντίθεση με το καρτεσιανό «cogito», η αφηγηματική θεωρία προσεγγίζει το «εγώ» όχι σαν φορμαρισμένη και προϋπάρχουσα ενότητα, αλλά σαν αυτοβιογραφική αναφορά που διαμορφώνεται μέσα από το συνδυασμό της δράσης με το απρόβλεπτο, που είναι αναγκαίο να συναντηθούν το ένα με το άλλο πριν ενσωματωθούν και αποκτήσουν νέα μορφή.

 

Αφηγηματική ικανότητα και θεωρία ασφαλούς προσκόλλησης

 

Υπάρχουν αντικειμενικά κριτήρια, η συνοχή, η συντομία, η ορθότητα, ο πλούτος ή μη μιας αφήγησης όπου εκτιμάται η αληθοφάνεια της αφηγούμενης ιστορίας και το είδος της προσκόλλησης που έχει συντελεστεί μεταξύ του βρέφους και της τροφού του. Μπορεί επίσης να φανεί στις δυναμικές συνδέσεις μεταξύ της «αφηγηματικής αλήθειας» της κλινικής κατάστασης και της «ιστορικής» αλήθειας της πραγματικής «ιστορίας» του θεραπευόμενου. Μια αφήγηση με συνοχή, συνέπεια, ρυθμό, εικόνες και εναλλαγές φανερώνει μια ασφαλή προσκόλληση με τη μητέρα, όπου η «αρκετά καλή μητέρα» βρισκόταν κοντά στο βρέφος και προσπαθούσε να ικανοποιήσει τις ανάγκες του όσο το δυνατόν πιο ικανοποιητικά. Μια αφήγηση αποσπασματική, μπερδεμένη, με χρονικά κενά και φτωχή σε περιγραφή καταδεικνύει μια προσκόλληση όχι τόσο ασφαλή για το βρέφος, που του δημιουργεί αγωνία και ανασφάλεια.

Οι άνθρωποι αναζητούν βοήθεια όταν βρίσκονται σε κατάσταση της αβεβαιότητας και της σύγχυσης. «Κάτι δεν πάει καλά, αλλά δεν ξέρω τι είναι, ούτε και τι να κάνω γι’ αυτό». Χρειάζονται μια ιστορία που να τους εξηγεί πώς έφτασαν σε αυτό το σημείο και πώς να προχωρήσουν μπροστά. «Η ψυχοθεραπεία, όπως και η τέχνη, κρατάει έναν καθρέφτη μπροστά στη φύση». Ο θεραπευόμενος μαθαίνει να τοποθετεί τα συναισθήματά του σε λέξεις, αυτά καθρεφτίζονται στον ίδιο από το θεραπευτή, τότε ξαναελέγχει αυτή την αντανάκλαση σύμφωνα με την αναλογία, το απρόβλεπτο, την αληθοφάνεια και το αν έχει νόημα γι’ αυτόν. Τελικά μια καινούργια ιστορία έχει διαμορφωθεί!

Η ιστορία συνδέεται με ωμές εμπειρίες μέσω ενός κόσμου, του κόσμου των νοημάτων. Είναι πιθανόν η ικανότητα να κάνεις αυτή τη σύνδεση να είναι αναπτυξιακή λειτουργία που καθορίζεται από την εμπειρία της θεωρίας της «προσκόλλησης».

Η «συντονισμένη» μητέρα απαντά στη συναισθηματική κατάσταση και στις ανάγκες του μωρού της μέσω της αναγνώρισης των συναισθημάτων του με οδηγό το δικό της βιολογικό και συναισθηματικό λεξικό. Μια «ιστορία» προσφέρεται στο βρέφος (κρυώνεις, βαριέσαι, πεινάς, είσαι κουρασμένος), που με τη σειρά του διαμορφώνει την αρχή για την αντανακλαστική αντίδρασή του σε αυτήν. Αν ο φροντιστής είναι αποφευκτικός, η κλιμάκωση και η πολυπλοκότητα των ιστοριών είναι περιορισμένη. Αν η μητέρα είναι παρεμβατική, θα αποτυγχάνει να ταυτίζεται με την εμπειρία του βρέφους. Η τροφός όχι μόνο κατευνάζει, ηρεμεί το βρέφος αλλά επίσης συμβολοποιεί τη διαδικασία της καταπράυνσης αυτής.

Διαφαίνεται ότι η ψυχική υγεία (στενά συνδεμένη με την ασφαλή προσκόλληση) εξαρτάται από τη διαλεκτική μεταξύ της κατασκευής της ιστορίας και της διάλυσής της, μεταξύ της ικανότητας να διαμορφώνει κάποιες αφηγήσεις και να τις «διασπά» στην προοπτική της καινούργιας εμπειρίας.

 

Αντί επιλόγου

 

Όπως το ασφαλώς προσκολλημένο παιδί φαίνεται με τη «ρευστότητα του προσεκτικού διερευνητικού βλέμματος», έτσι και στην ενήλικη ζωή η αφηγηματική ικανότητα παρομοίως κινείται μεταξύ της ρευστότητας και της φόρμας, μεταξύ της δόμησης και της αποδόμησης, της κατασκευής και της διάλυσής της. Αυτή η ικανότητα συμπερασματικά εξαρτάται από την ικανότητα να εμπιστεύεσαι τη μη κτητική κοντινότητα και την εκδήλωση του θυμού που διαμορφώνει τη βάση μεγάλου μέρους της ψυχοθεραπευτικής δουλειάς. Η οικειότητα που αναδεικνύει την κοντινότητα ενθαρρύνει αυτές τις ιστορίες να διαλυθούν και τους επιτρέπει να αποκτήσουν νέα μορφή και να έχουν το προσδοκώμενο θεραπευτικό αποτέλεσμα.